Normal view MARC view ISBD view

Το γιούσουρι / Ανδρέας Καρκαβίτσας · απόδοση: Κώστας Πούλος · εικονογράφηση: Νικόλας Ανδρικόπουλος.

By: Καρκαβίτσας, Ανδρέας, 1865-1922 [Author].
Contributor(s): Πούλος, Κώστας, 19-- [Adapter] | Ανδρικόπουλος, Νικόλας, 1955- [Illustrator] | Κιλεσοπούλου, Αντωνία, 19-- [Corrector].
Material type: TextTextSeries: Τα ελληνικά.Publisher: Αθήνα: Παπαδόπουλος, c2000Description: 28 σ. : εικ. · 30 εκ.Subject(s): Παιδική λογοτεχνία, Ελληνική -- ΔιήγημαDDC classification: 889.3 Other classification: ΠΠ/(ΕΛΛ)/ΚΑΡ Summary: [...]Ὅταν τὸ πρωτάκουσα, ἤμουν παιδὶ στὰ σπάργανα. Καὶ σὰν ἔφτασα εἰκοσάχρονο παλικάρι, ἔλεγαν ἀκόμη γιὰ κεῖνο, μὲ τὸν ἴδιο θαυμασμὸ καὶ περισσότερη φρίκη. Τὸ γιούσουρι, τὸ ἀντρειωμένο γιούσουρι, ποὺ βρίσκεται στὸν κόρφο τοῦ Βόλου! Τὸ γιούσουρι, ποὺ ὧρες ψηλώνει καὶ θεριεύει ὡς τὸ πρόσωπο τῆς θάλασσας· ὧρες χαμηλώνει καὶ γίνεται κάστρο ἀγύριστο, μὲ τοὺς ῥόζους καὶ τὰ κλαδιά, μὲ τὶς ρίζες καὶ τ᾿ ἀντιρίμματα! Κάτω στὸ νησί μας τὸ ἔχουν μόλογο! Γενιὰ σὲ γενιὰ τὸ παραδίνουν οἱ ναῦτες καὶ πάει ἀπὸ πατέρα σὲ παιδί, ἀπὸ παιδὶ σ᾿ ἀγγόνι, πάντα μεγάλο, θαυμαστὸ πάντα, σκληρὸ σὰ σίδερο, δυνατὸ σὰ λέοντας, ψυχωμένο κι ἀθάνατο σὰ στοιχειό. Ἐκεῖνοι ποὺ τὸ πρωτοεῖδαν ἔσβησαν ἀπὸ τὴ θύμηση τῶν ἀνθρώπων τώρα. Ἐκεῖνοι ποὺ ὀνειρευτῆκαν νὰ τὸ κόψουν, κοιμοῦνται ἀξύπνητα στὴ γῆ ἢ καὶ στὰ βάθη τῆς θάλασσας. Ἐκεῖνοι ποὺ πῆγαν γυρεύοντάς το, δὲ δευτέρωσαν τὸ σκοπό τους. Ἔχει, σοῦ λένε, κατιτὶ πλάνο κι ἐπίβουλο, καὶ ἀλλάζει χρώματα καὶ ἀλλάζει σχήματα καὶ γλιστρᾶ σὰν χέλι καὶ θεμελιώνεται σὰν πύργος καὶ φωσφορίζει σὰν ὠκεανόψαρο, ποὺ λύνεται τὸ σῶμα μὲ τὸ πρῶτο ἀντίκρισμα. Ἐγώ, ἀπὸ μικρὸς ποὺ τὸ ἄκουα, μ᾿ ἔπιανε κατιτὶ παράξενο. Φόβος καὶ μαζὶ πεῖσμα.[..]
Tags from this library: No tags from this library for this title. Log in to add tags.
    Average rating: 0.0 (0 votes)
Item type Current location Call number Copy number Status Barcode
Books Books Δημοτική Βιβλιοθήκη Ζωγράφου
Κεντρική Βιβλιοθήκη
ΠΠ/(ΕΛΛ)/ΚΑΡ (Browse shelf) 1 Available C5732

Εργο-Βιογραφικο Σημειωμα Συγγραφεα Στο Τελος Του Βιβλιου.

[...]Ὅταν τὸ πρωτάκουσα, ἤμουν παιδὶ στὰ σπάργανα. Καὶ σὰν ἔφτασα εἰκοσάχρονο παλικάρι, ἔλεγαν ἀκόμη γιὰ κεῖνο, μὲ τὸν ἴδιο θαυμασμὸ καὶ περισσότερη φρίκη. Τὸ γιούσουρι, τὸ ἀντρειωμένο γιούσουρι, ποὺ βρίσκεται στὸν κόρφο τοῦ Βόλου! Τὸ γιούσουρι, ποὺ ὧρες ψηλώνει καὶ θεριεύει ὡς τὸ πρόσωπο τῆς θάλασσας· ὧρες χαμηλώνει καὶ γίνεται κάστρο ἀγύριστο, μὲ τοὺς ῥόζους καὶ τὰ κλαδιά, μὲ τὶς ρίζες καὶ τ᾿ ἀντιρίμματα! Κάτω στὸ νησί μας τὸ ἔχουν μόλογο! Γενιὰ σὲ γενιὰ τὸ παραδίνουν οἱ ναῦτες καὶ πάει ἀπὸ πατέρα σὲ παιδί, ἀπὸ παιδὶ σ᾿ ἀγγόνι, πάντα μεγάλο, θαυμαστὸ πάντα, σκληρὸ σὰ σίδερο, δυνατὸ σὰ λέοντας, ψυχωμένο κι ἀθάνατο σὰ στοιχειό.

Ἐκεῖνοι ποὺ τὸ πρωτοεῖδαν ἔσβησαν ἀπὸ τὴ θύμηση τῶν ἀνθρώπων τώρα. Ἐκεῖνοι ποὺ ὀνειρευτῆκαν νὰ τὸ κόψουν, κοιμοῦνται ἀξύπνητα στὴ γῆ ἢ καὶ στὰ βάθη τῆς θάλασσας. Ἐκεῖνοι ποὺ πῆγαν γυρεύοντάς το, δὲ δευτέρωσαν τὸ σκοπό τους.

Ἔχει, σοῦ λένε, κατιτὶ πλάνο κι ἐπίβουλο, καὶ ἀλλάζει χρώματα καὶ ἀλλάζει σχήματα καὶ γλιστρᾶ σὰν χέλι καὶ θεμελιώνεται σὰν πύργος καὶ φωσφορίζει σὰν ὠκεανόψαρο, ποὺ λύνεται τὸ σῶμα μὲ τὸ πρῶτο ἀντίκρισμα.

Ἐγώ, ἀπὸ μικρὸς ποὺ τὸ ἄκουα, μ᾿ ἔπιανε κατιτὶ παράξενο. Φόβος καὶ μαζὶ πεῖσμα.[..]

There are no comments for this item.

Log in to your account to post a comment.